Του Αντωνίου Α. Αντωνάκου Καθηγητού Φιλολόγου - Ιστορικού Συγγραφέως
Στην εποχή μας όταν πρόκειται να αναλύσουμε έναν όρο, μία λέξη, ένα νόημα, το οποίο αναφέρεται στις σχέσεις με συστήματα εξουσίας, πρέπει να έχουμε πάντα υπ’ όψιν μας όσα έγραφε ο Θουκυδίδης στο τρίτο βιβλίο της ιστορίας του «του Πελοποννησιακού πολέμου» (Γ,82,4), σχετικά με την δράση των τότε ισχυρών: «Και την ειωθυίαν αξίωσιν των ονομάτων ες τα έργα αντήλλαξαν τη δικαιώσει», που σε νεοελληνική απόδοση σημαίνει: «Για να δικαιολογούν τις πράξεις τους άλλαζαν ακόμα και την σημασία των λέξεων» (ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ, Γ,82,4).
Όπως τότε δηλαδή οι διάφορες πόλεις με την πολυμήχανη υπουλότητα των επιθέσεών τους κατήντησαν να μεταβάλουν αυθαιρέτως την σημασία των λέξεων, δια των οποίων δηλούνται τα πράγματα, έτσι και σήμερα οι σύγχρονοι κοσμοεξουσιαστές εφαρμόζουν την ανωτέρω «θουκυδίδειον ρήσιν», για την αλλαγή της σημασίας των λέξεων.
Έτσι λοιπόν, σήμερα, πολλοί είναι οι παίζοντες το παιχνίδι των κοσμοεξουσιαστών. Για να το πετύχουν όμως πρέπει να αφαιρέσουν μέσα από κάθε λαό το στοιχείο, που τον χαρακτηρίζει και τον διαφοροποιεί ως έθνος. Να αλλάξουν την σημασία των λέξεων, να κάνουν τους λαούς να μισούν ο,τι έπρεπε να αγαπούν και το αντίθετο.
Έτσι δυστυχώς γίνεται... Έχουμε ξαναγράψει ότι όποιος σήμερα αγαπά την πατρίδα του, όποιος σκέπτεται εθνικά, δηλαδή όποιος φρονεί εθνικά, λέγεται ορθώς «εθνικόφρων». Κι όμως, για να δικαιολογούν οι κοσμοεξουσιαστές τις πράξεις τους έχουν αλλάξει την σημασία της λέξεων, παρασύροντας και άλλους λεξικογράφους. Ξέρετε για παράδειγμα τι γράφει το ηλεκτρονικό «Μείζον Ελληνικό Λεξικό» Τεγόπουλου – Φυτράκη για την λέξη «εθνικόφρων», που σήμερα έχει γίνει «εθνικόφρονας»; Γράφει τα ακόλουθα μονοτονικά:
«Εθνικόφρονας [-ων, -ον (-ονος)] κ. εθνικόφρονας (ο) επίθ. ο εμφορούμενος από εθνικά φρονήματα | (ειδ.) συντηρητικός εθνικιστής, αντίθετος προς τις αριστερές τάσεις».
Διανοείσθε λοιπόν, αγαπητοί φίλοι, που έχουμε φθάσει; Διανοείσθε ότι η διαστρεβλωμένη επίτηδες ερμηνεία, που τώρα χαρακτηρίζεται «ειδική», γράφει ότι εθνικόφρων είναι ο συντηρητικός εθνικιστής, αντίθετος προς τις αριστερές τάσεις; Και το ίδιο λεξικό έχει ακόμα το λήμμα «αντιδεξιός», χαρακτηρίζοντάς τον ως «αντίθετο προς την δεξιάν ιδεολογία» ενώ το αντίθετο «αντιαριστερός» δεν αναγράφεται πουθενά! Γιατί: Μα απλούστατα, διότι η «κομματική» αριστερά (και όχι οι αριστεροί στο σύνολό τους) και σήμερα αλλά και από παλιά δεν εξέφραζε το έθνος αλλά τον διεθνισμό. Μετά δε την κατάρρευσή του βρήκαν στέγη στην θυγατρική του διεθνισμού, την παγκοσμιοποίηση! Γι’ αυτό και εφαρμόζουν κατά γράμμα το «δόγμα Κίσσιγκερ» δια της «γραμμής Ρεπούση».
Αν όμως, οι προπάτορές μας ακολουθούσαν αυτή την πολιτική αντίληψη τότε ούτε η παλιγγενεσία του 1821 θα γινόταν, ούτε οι λαμπρές σελίδες του 1912-13, ούτε η δόξα του 1919-22, ούτε το έπος του 1940 και οι Έλληνες θα αναφέρονταν απλώς στα βιβλία των εξαφανισθέντων εθνών.
Οι εχθροί του Ελληνικού Έθνους επιδιώκουν να παρασύρουν τον Ελληνικό λαό να πιστεύση σε αυτήν την ηττοπαθή αντίληψη. Πόσες δε, ωραίες στο αυτί λέξεις, δεν έχουν «επιστρατεύσει» δήμερα, για να στολίζουν την ηττοπάθεια η την προδοσία: Ειρηνοφιλία, ισότης των φυλών, ανεξιθρησκία, διεθνής κατανόηση κ.λπ. Όμως οι Έλληνες επιζήσαμε ιστορικώς χιλιάδες χρόνια και εξασφαλίσαμε την εθνική μας ελευθερία, μόνο με την συνειδητοποίηση της ενότητός μας ως Έθνους. Αυτό βεβαιώνει η πραγματικότητα και μπορούν να την αλλάξουν τα χιλιάδες ψεύδη της μισελληνικής προπαγάνδας.
Ας δούμε όμως ακόμη έναν παγκοσμιοποιημένο ορισμό. Αυτόν του εθνικισμού. Σύμφωνα λοιπόν πάλι με το μονοτονικό «Μείζον Ελληνικό Λεξικό» Τεγόπουλου – Φυτράκη:
«Εθνικισμός:(ο) ουσ. η σε μεγάλο βαθμό προσήλωση στο έθνος και στα εθνικά ιδανικά που συνοδεύεται, μερικές φορές, από ξενοφοβία και επιθυμία απομόνωσης | εθνική συνείδηση που χαρακτηρίζεται από την πεποίθηση ότι το έθνος υπερέχει από τα άλλα και οφείλει να προβάλει με έμφαση τον πολιτισμό και τα συμφέροντά του εις βάρος άλλων εθνών | κίνηση για πολιτική ανεξαρτησία υπόδουλης εθνότητας».
Αυτόν μάλιστα τον ορισμό αναμασούν όλα σχεδόν τα σύγχρονα ελληνικά λεξικά.
Όμως ένας εκ των πλέον αρμοδίων επί του θέματος, ο επιφανής καθηγητής πολλών Πανεπιστημίων Δημήτριος Βεζανής προσδιώρισε στην «Γενική Πολιτειολογία» του την διαφορά μεταξύ «εθνικισμού» και «εθνισμού».
Ο εθνικισμός λοιπόν, γράφει ο εξαίρετος πολιτειολόγος, αποτελεί την «ενεργητικήν κατάφασιν της ιδέας του 'Εθνους». Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι όταν είσαι εθνικιστής πιστεύεις στα ιδεώδη του Έθνους σου και ενεργείς, αγωνίζεσαι δηλαδή γι’ αυτά τα ιδανικά. Από την άλλη ο Εθνισμός αποτελεί «την παθητικήν κατάφασιν της ιδέας του Έθνους». Και τούτο με την σειρά του σημαίνει ότι ο Εθνιστής πιστεύει στα ιδεώδη του Έθνους, αλλά ηθελημένα δεν αγωνίζεται γι’ αυτά.
Φαίνεται λοιπόν καθαρά ότι ο εθνικιστής είναι ένας δρων αγωνιστής υπέρ του Έθνους ενώ ο εθνιστής απλώς πιστεύει στο Έθνος, ανήκει εις αυτό, άλλα δεν επιθυμεί να αγωνισθή για το Έθνος του. Προσφάτως, μάλιστα, συναντήσαμε στις οθόνες της τηλοψίας κάποιους που δήλωναν ότι αγαπούσαν την Ελλάδα αλλά εξεδηλώνοντο κατά των συλλαλητηρίων) Μου θυμίζει βεβαίως και κάποιους «γιαλαντζί» αντιστασιακούς, που, όταν οι σύντροφοί τους πλήρωναν την αντίθεσή τους προς την δικτατορία με φυλακίσεις στα υπόγεια, εκείνοι έκαναν αντίσταση στα μπαράκια τοης αλλοδαπής. Αυτός είναι ο εθνιστής, ο παθητικός δηλαδή φορέας της εθνικής ιδέας.
Οι ανωτέρω διακρίσεις ήταν απολύτως απαραίτητο να αναφερθούν, διότι τελευταία οι εχθροί του έθνους, ακολουθώντας την αποκάλυψη του Θουκυδίδου, μέσω των οργάνων τους προκαλούν μία σκόπιμη σύγχυση στις έννοιες του εθνικιστού και εθνιστού.
Όμως την σύνδεση του εθνικισμού με την ενέργεια την είχε επισημάνει και ο Ίων Δραγούμης, ο οποίος χαρακτηριστικώς, από το 1904, στο σύγγραμά του «Ο Ελληνισμός μου και οι Έλληνες», Αθήναι. 1991, εκδ. "ΝΕΑ ΘΕΣΙΣ" σελ. 62 κ.ε. γράφει:
«Ο εθνικισμός είναι μορφή της ενέργειας... Η ενέργειά μου με κάνει εθνικιστή...»
Το πολιτικό λοιπόν σύνθημα, που ανταποκρίνεται στην ανάγκην της εποχής είναι «ΑΓΑΠΗ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΘΝΟΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣ ΚΑΘΕ ΕΘΝΙΚΟ»!
Πρέπει οι Έλληνες να δείξουμε εμπράκτως την αγάπη μας προς την πατρίδα μας την Ελλάδα. Αλλά η αγάπη μας αυτή δεν θα πρέπει να μείνη στα λόγια η στα κρυφά ενδόμυχα αισθήματα. Αλλά να εκδηλωθή με έργα και με αγώνα.
Επειδή όμως σήμερα πολλοί είναι εκείνοι, που δηλώνουν πατριώτες αλλά όχι εθνικιστές, ερμηνεύοντας μάλιστα κάθε φορά κατά το δοκούν τους όρους θα χρειασθή να αναλύσουμε την σχέση μεταξύ πατριωτισμού και εθνικισμού. Έτσι θα καταλήξουμε σε πολύ ενδιαφέροντα συμπεράσματα:
«Πατρίς», λοιπόν, σύμφωνα με τα αρχαία κείμενα και λεξικά είναι «η γη των πατέρων». Μάλιστα στα αρχαία χρόνια που οι Κρήτες που είχαν μητριαρχία, ωμιλούσαν όχι περί της Πατρίδος, περί της γης δηλαδή των πατέρων, αλλά περί της Μητρίδος, περί της γης των μητέρων («Η δε πατρίς και μητρίς ως Κρήτες καλούσι, πρεσβύτερα και μείζονα δίκαια γονέων έχουσα, πολυχρόνιος μεν εστιν ου μην αγήρως ουδ’αυτάρκης, αλλ’ αεί πολυωρίας δεομένη και βοηθείας και φροντίδος επισπάται», Πλουτάρχου «ει πρεσβυτέρω πολιτευτέον»).
Η αγάπη, λοιπόν, προς την Πατρίδα και ο αγώνας υπέρ αυτής ονομάζεται Πατριωτισμός.
Ο Εθνικισμός όπως αναλύσαμε προηγουμένως, βασίζεται στο Έθνος. Ο δε πατριωτισμός στην Πατρίδα. Επομένως διαπιστώνουμε ότι ο Εθνικισμός υπάρχει στον πνευματικό χώρο, αλλά και στον βιολογικό, διότι προϋποθέτει την ύπαρξη φυλής. Επίσης ο Εθνικισμός είναι διαχρονικός, διότι στην έννοια του Έθνους περιλαμβάνονται οι άγεννητοι και οι νεκροί. Και για τις πράξεις μας «Κριτές θα μας δικάσουν οι αγέννητοι, οι νεκροί», όπως λέει ο Εθνικός μας ποιητής Κωστής Παλαμάς.
Το Έθνος λοιπόν, επεκτείνεται στο παρελθόν και στο μέλλον. Η πατρίδα από την άλλη έχει συναισθηματικό περιεχόμενο, διότι συνδέει τα άτομα ενός ομοεθνούς λαού προς έναν γεωγραφικό χώρο. Μπορεί να υπάρξη Έθνος χωρίς Πατρίδα (π.χ. διότι αυτή κατεκτήθη και το έθνος εξεδιώχθη).
Η έννοια του Έθνους επομένως είναι διαφορετική από την έννοια της πατρίδος και οπωσδήποτε πιο ευρεία. Βεβαίως, όλα τα έθνη αγωνίζονται να δημιουργήσουν Πατρίδα, η οποία να περιλαμβάνη όλους τους ομοεθνείς. Όλα τα έθνη μάχονται να απελευθερώσουν τα τμήματα της Πατρίδος τους που είναι υπόδουλα. Και μάλιστα, σήμερα δημιουργούνται τεχνικώ τω τρόπω από τους κοσμοεξουσιαστές και «έθνη», τα οποία με διαστρεβλωμένη και κατασκευασμένη ιστορία προσπαθούν να οικειοποιηθούν το παρελθόν και την ιστορία σπουδαίων και παναρχαίων λαών, τη βοηθεία πολλών αδρανούντων δηλωμένων εθνιστών, καλυπτομένων από το σύγχρονο επίθετο «πατριώτης», προβάλλοντας μάλιστα το σοφιστικό επιχείρημα ότι «δεν υπάρχουν περισσότερο η λιγότερο πατριώτες». Έχουμε ακούσει πλειστάκις στην τηλοψία εκπροσώπους της θολοκουλτούρας να θέτουν σε «δίλημμα» τους αμηχάνους και αντιθέτους προς αυτήν την άποψη παρευρισκομένους, με την ερώτηση: «Είσαι εσύ περισσότερο πατριώτης από εμένα;» Και αντί αυτοί να τους δώσουν την πρέπουσα απάντηση, συμβιβάζονται με την ισοβαθμία του πατριωτισμού όλων, προς χαράν της επηρμένης θολοκουλτούρας.
Επομένως, από την ανάλυση των ανωτέρω εννοιών προκύπτει ότι ο Εθνικισμός και ο Πατριωτισμός είναι δυό αλληλένδετες έννοιες. Επομένως, μπορούμε να συμπεράνουμε, ότι ο καλός εθνικιστής είναι και καλός πατριώτης και αντιστρόφως.
Η θολοκουλτούρα βεβαίως έχει επιδοθή σε έναν αγώνα διαστρεβλώσεως και αλλαγής της σημασίας των λέξεων «εθνικισμός» και «πατριωτισμός». Και για την μεν πρώτη έχει δώσει την διαστρεβλωμένη ερμηνεία ότι «Εθνικισμός είναι η σε μεγάλο βαθμό προσήλωση στο έθνος και στα εθνικά ιδανικά που συνοδεύεται, μερικές φορές, από ξενοφοβία και επιθυμία απομόνωσης...»
Αυτό το μερικές φορές τα αλλάζει όλα... Δηλαδή και όσους δεν συμπεριλαμβάνονται σε αυτές τις μερικές φορές, θα τους πάρη το ποτάμι της «σκοπίμου γενικότητος» του ορισμού, ο οποίος κάνει και όσους θέλουν να είναι εθνικιστές να φοβούνται να το δηλώσουν μήπως και τους ταυτίσουν με όσους υπάγονται στο «μερικές φορές». Μεσοβέζικα πράγματα, μεσοβέζικοι ορισμοί, που κάνουν όμως στο ακέραιο την δουλειά (δηλαδή την εκ δουλείας εργασία) της θολοκουλτούρας.
«Για να μην απορούν, όμως, για τους σωστούς ορισμούς («εθνικόφρονος και εθνικιστού») τους θυμίζω να διαβάσουν το έργο του όντως σπουδαίου αλλά και χαρακτηριζομένου από τους ιδίους «Πατέρα της Δημοκρατίας» Αλεξάνδρου Παπαναστασίου με τον τίτλο: «Εθνικισμός». Το έργο αυτό το έχουν εξαφανίσει από την αγορά, διότι τους ξεμπροστιάζει, τραβώντας την ψεύτικη λεοντή των υποτιθεμένων προοδευτικών αγωνιστών».
«Ημπορούμεν να ορίσωμεν τον Εθνικισμόν ως την προσπάθειαν ενός έθνους προς επιβολήν του εντός των ορίων του δι’ αποκρούσεως αλλοεθνούς επιβολής η δια συγχωνεύσεως εις εν όλον των χωρισμένων μερών του αυτού Έθνους. Εις την πρώτην περίπτωσιν η εθνικιστική ιδέα εκδηλώνεται εις την καταπολέμησιν της ξενικής επιδράσεως, εις δε την δευτέραν εις την κατάπνιξιν των τοπικιστικών τμημάτων του αυτού Έθνους. Και εις τας δύο περιπτώσεις το ουσιώδες είναι η προσπάθεια προς κυριαρχίαν της υποστάσεως ολοκλήρου του Έθνους».
Ο Παπαναστασίου τα έγραφε αυτά όχι οι σημερινοί εθνικιστές. Την θολοκουλτούρα, ο σπουδαίος Έλλην, την είχε καταλάβει από τότε. Και δεν είχε επισημάνει μόνο την αλλαγή των ορισμών αλλά και τις ριζο – σπαστικές μεθόδους καταστροφής του έθνους:
Ο Παπαναστασίου ήταν αυτός που είχε επισημάνει τον καθοριστικό ρόλο της γλώσσας στην διατήρηση της Εθνικής ταυτότητας, γράφοντας: «Όταν η εισβολή ξένων (γλωσσικών) στοιχείων είναι τόσον μεγάλη, ώστε κατ’ ουσίαν αποτελεί τάσιν παραγκωνίσεως της γλώσσης του σχετικού Έθνους από ξένην, όπως η αθρόα εισβολή λατινικών στοιχείων εις την ελληνικήν γλώσσαν κατά τους πρώτους αιώνας της βυζαντινής αυτοκρατορίας, σημαίνει ότι εκ παραλλήλου γίνεται προσέγγισις εθνική που τείνει να μεταβάλη τον χαρακτήρα του σχετικού Έθνους, να το αφομοιώση με άλλο». Σήμερα θα ήταν απολύτως βέβαιος για την ορθότητα του ισχυρισμού του.
Ο Παπαναστασίου ήταν αυτός που είχε γράψει ότι «Όσον μεγαλύτερος και λαμπρότερος είναι ένας πολιτισμός τόσον ισχυρότερον είναι το σχετικόν εθνικόν αίσθημα και κατά συνέπειαν ο εθνικισμός».
Τέλος, ο Παπαναστασίου ήταν αυτός που πιστεύει ότι ο αμυντικός εθνικισμός «θέλει την σύμπτωσιν κρατικών και εθνικών ορίων», σε αντίθεση με τον ιμπεριαλισμό, ο οποίος «επιδιώκει την επέκτασιν των κρατικών ορίων πέραν από τα εθνικά».
Και σαν ένας προφήτης του Ελληνισμού για το θέμα της Μακεδονίας μας και την επεκτατική πολιτική των Σκοπίων γράφει: «Όσον ολιγώτερον στηρίζονται οι αξιώσεις ενός έθνους εις την ύπαρξιν ομοεθνούς πληθυσμού και κατά δεύτερον λόγον εις ιστορικά δικαιώματα, τόσον περισσσότερον λαμβάνουν την μορφήν του ιμπεριαλισμού.»
Γι’ αυτόν τον λόγο και ο μεγάλος Έλλην, ο πολίτης Παναγιώτης Παπαγαρυφάλλου, στην μελέτη του για τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου επισημαίνει: «Προσκολλημένη η Ελλάδα – ως «ψωροκώσταινα» στα στενά χωρικά όρια, τα οποία απέκτησε με πολέμους και αίμα – δεν τόλμησε να συμπεριφερθή με την ιστορική αναγκαιότητα των εθνών, τα οποία, κατά τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου «έχουν την τάσιν εξαπλώσεως της επιβολής των ...»
Το βλέμμα μας λοιπόν πρέπει να στραφή στην νεολαία, η οποία όποτε της δοθή ευκαιρία και η ελευθερία εκφράζει τον εθνικισμό της, στις επευφημίες για κάθε νίκη της Εθνικής (και όχι λαϊκής) ομάδος της Ελλάδος, και μάλιστα σε κάθε άθλημα. Η Ελληνική νεολαία με τον πατριωτισμό και τον εθνικισμό της θα αναπετάξη την σημαία του αγώνος για την Ελλάδα.
Και για τον σκοπό αυτόν ας έχουμε κατά νουν όσα γράφει ο Νίκος Καζαντζάκης στην «Ασκητική» του
...«Το πρώτο σου χρέος εκτελώντας την θητεία σου στην ΡΑΤΣΑ, είναι να νιώσης μέσα σου όλους τους προγόνους.
Το δεύτερο, να φωτίσης την ορμή τους και να συνεχίσης το έργο τους.
Το τρίτο σου χρέος, να παραδώσης στον γυιό την μεγάλη εντολή να σε ξεπεράση»...
Αυτό θα κάνουμε και όλοι εμείς οι «όσοι ζωντανοί», κατά τον Ίωνα Δραγούμη Έλληνες. Για να παραδώσουμε στα παιδιά μας μία πατρίδα με όλα τα στοιχεία του ελληνικού έθνους: Ελληνική Γλώσσα, Ελληνική Ιστορία, Ελληνική Παράδοση, Ελληνικό πολιτισμό και Ελληνική ανθρωπιστική Παιδεία... Αντίθετα προς κάθε επιβουλή της ριζο-σπαστικής θολοκουλτούρας.
Του Αντωνίου Α. Αντωνάκου Καθηγητού Φιλολόγου - Ιστορικού Συγγραφέως
Στην εποχή μας όταν πρόκειται να αναλύσουμε έναν όρο, μία λέξη, ένα νόημα, το οποίο αναφέρεται στις σχέσεις με συστήματα εξουσίας, πρέπει να έχουμε πάντα υπ’ όψιν μας όσα έγραφε ο Θουκυδίδης στο τρίτο βιβλίο της ιστορίας του «του Πελοποννησιακού πολέμου» (Γ,82,4), σχετικά με την δράση των τότε ισχυρών: «Και την ειωθυίαν αξίωσιν των ονομάτων ες τα έργα αντήλλαξαν τη δικαιώσει», που σε νεοελληνική απόδοση σημαίνει: «Για να δικαιολογούν τις πράξεις τους άλλαζαν ακόμα και την σημασία των λέξεων» (ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ, Γ,82,4).
Όπως τότε δηλαδή οι διάφορες πόλεις με την πολυμήχανη υπουλότητα των επιθέσεών τους κατήντησαν να μεταβάλουν αυθαιρέτως την σημασία των λέξεων, δια των οποίων δηλούνται τα πράγματα, έτσι και σήμερα οι σύγχρονοι κοσμοεξουσιαστές εφαρμόζουν την ανωτέρω «θουκυδίδειον ρήσιν», για την αλλαγή της σημασίας των λέξεων.
Έτσι λοιπόν, σήμερα, πολλοί είναι οι παίζοντες το παιχνίδι των κοσμοεξουσιαστών. Για να το πετύχουν όμως πρέπει να αφαιρέσουν μέσα από κάθε λαό το στοιχείο, που τον χαρακτηρίζει και τον διαφοροποιεί ως έθνος. Να αλλάξουν την σημασία των λέξεων, να κάνουν τους λαούς να μισούν ο,τι έπρεπε να αγαπούν και το αντίθετο.
Έτσι δυστυχώς γίνεται... Έχουμε ξαναγράψει ότι όποιος σήμερα αγαπά την πατρίδα του, όποιος σκέπτεται εθνικά, δηλαδή όποιος φρονεί εθνικά, λέγεται ορθώς «εθνικόφρων». Κι όμως, για να δικαιολογούν οι κοσμοεξουσιαστές τις πράξεις τους έχουν αλλάξει την σημασία της λέξεων, παρασύροντας και άλλους λεξικογράφους. Ξέρετε για παράδειγμα τι γράφει το ηλεκτρονικό «Μείζον Ελληνικό Λεξικό» Τεγόπουλου – Φυτράκη για την λέξη «εθνικόφρων», που σήμερα έχει γίνει «εθνικόφρονας»; Γράφει τα ακόλουθα μονοτονικά:
«Εθνικόφρονας [-ων, -ον (-ονος)] κ. εθνικόφρονας (ο) επίθ. ο εμφορούμενος από εθνικά φρονήματα | (ειδ.) συντηρητικός εθνικιστής, αντίθετος προς τις αριστερές τάσεις».
Διανοείσθε λοιπόν, αγαπητοί φίλοι, που έχουμε φθάσει; Διανοείσθε ότι η διαστρεβλωμένη επίτηδες ερμηνεία, που τώρα χαρακτηρίζεται «ειδική», γράφει ότι εθνικόφρων είναι ο συντηρητικός εθνικιστής, αντίθετος προς τις αριστερές τάσεις; Και το ίδιο λεξικό έχει ακόμα το λήμμα «αντιδεξιός», χαρακτηρίζοντάς τον ως «αντίθετο προς την δεξιάν ιδεολογία» ενώ το αντίθετο «αντιαριστερός» δεν αναγράφεται πουθενά! Γιατί: Μα απλούστατα, διότι η «κομματική» αριστερά (και όχι οι αριστεροί στο σύνολό τους) και σήμερα αλλά και από παλιά δεν εξέφραζε το έθνος αλλά τον διεθνισμό. Μετά δε την κατάρρευσή του βρήκαν στέγη στην θυγατρική του διεθνισμού, την παγκοσμιοποίηση! Γι’ αυτό και εφαρμόζουν κατά γράμμα το «δόγμα Κίσσιγκερ» δια της «γραμμής Ρεπούση».
Αν όμως, οι προπάτορές μας ακολουθούσαν αυτή την πολιτική αντίληψη τότε ούτε η παλιγγενεσία του 1821 θα γινόταν, ούτε οι λαμπρές σελίδες του 1912-13, ούτε η δόξα του 1919-22, ούτε το έπος του 1940 και οι Έλληνες θα αναφέρονταν απλώς στα βιβλία των εξαφανισθέντων εθνών.
Οι εχθροί του Ελληνικού Έθνους επιδιώκουν να παρασύρουν τον Ελληνικό λαό να πιστεύση σε αυτήν την ηττοπαθή αντίληψη. Πόσες δε, ωραίες στο αυτί λέξεις, δεν έχουν «επιστρατεύσει» δήμερα, για να στολίζουν την ηττοπάθεια η την προδοσία: Ειρηνοφιλία, ισότης των φυλών, ανεξιθρησκία, διεθνής κατανόηση κ.λπ. Όμως οι Έλληνες επιζήσαμε ιστορικώς χιλιάδες χρόνια και εξασφαλίσαμε την εθνική μας ελευθερία, μόνο με την συνειδητοποίηση της ενότητός μας ως Έθνους. Αυτό βεβαιώνει η πραγματικότητα και μπορούν να την αλλάξουν τα χιλιάδες ψεύδη της μισελληνικής προπαγάνδας.
Ας δούμε όμως ακόμη έναν παγκοσμιοποιημένο ορισμό. Αυτόν του εθνικισμού. Σύμφωνα λοιπόν πάλι με το μονοτονικό «Μείζον Ελληνικό Λεξικό» Τεγόπουλου – Φυτράκη:
«Εθνικισμός:(ο) ουσ. η σε μεγάλο βαθμό προσήλωση στο έθνος και στα εθνικά ιδανικά που συνοδεύεται, μερικές φορές, από ξενοφοβία και επιθυμία απομόνωσης | εθνική συνείδηση που χαρακτηρίζεται από την πεποίθηση ότι το έθνος υπερέχει από τα άλλα και οφείλει να προβάλει με έμφαση τον πολιτισμό και τα συμφέροντά του εις βάρος άλλων εθνών | κίνηση για πολιτική ανεξαρτησία υπόδουλης εθνότητας».
Αυτόν μάλιστα τον ορισμό αναμασούν όλα σχεδόν τα σύγχρονα ελληνικά λεξικά.
Όμως ένας εκ των πλέον αρμοδίων επί του θέματος, ο επιφανής καθηγητής πολλών Πανεπιστημίων Δημήτριος Βεζανής προσδιώρισε στην «Γενική Πολιτειολογία» του την διαφορά μεταξύ «εθνικισμού» και «εθνισμού».
Ο εθνικισμός λοιπόν, γράφει ο εξαίρετος πολιτειολόγος, αποτελεί την «ενεργητικήν κατάφασιν της ιδέας του 'Εθνους». Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι όταν είσαι εθνικιστής πιστεύεις στα ιδεώδη του Έθνους σου και ενεργείς, αγωνίζεσαι δηλαδή γι’ αυτά τα ιδανικά. Από την άλλη ο Εθνισμός αποτελεί «την παθητικήν κατάφασιν της ιδέας του Έθνους». Και τούτο με την σειρά του σημαίνει ότι ο Εθνιστής πιστεύει στα ιδεώδη του Έθνους, αλλά ηθελημένα δεν αγωνίζεται γι’ αυτά.
Φαίνεται λοιπόν καθαρά ότι ο εθνικιστής είναι ένας δρων αγωνιστής υπέρ του Έθνους ενώ ο εθνιστής απλώς πιστεύει στο Έθνος, ανήκει εις αυτό, άλλα δεν επιθυμεί να αγωνισθή για το Έθνος του. Προσφάτως, μάλιστα, συναντήσαμε στις οθόνες της τηλοψίας κάποιους που δήλωναν ότι αγαπούσαν την Ελλάδα αλλά εξεδηλώνοντο κατά των συλλαλητηρίων) Μου θυμίζει βεβαίως και κάποιους «γιαλαντζί» αντιστασιακούς, που, όταν οι σύντροφοί τους πλήρωναν την αντίθεσή τους προς την δικτατορία με φυλακίσεις στα υπόγεια, εκείνοι έκαναν αντίσταση στα μπαράκια τοης αλλοδαπής. Αυτός είναι ο εθνιστής, ο παθητικός δηλαδή φορέας της εθνικής ιδέας.
Οι ανωτέρω διακρίσεις ήταν απολύτως απαραίτητο να αναφερθούν, διότι τελευταία οι εχθροί του έθνους, ακολουθώντας την αποκάλυψη του Θουκυδίδου, μέσω των οργάνων τους προκαλούν μία σκόπιμη σύγχυση στις έννοιες του εθνικιστού και εθνιστού.
Όμως την σύνδεση του εθνικισμού με την ενέργεια την είχε επισημάνει και ο Ίων Δραγούμης, ο οποίος χαρακτηριστικώς, από το 1904, στο σύγγραμά του «Ο Ελληνισμός μου και οι Έλληνες», Αθήναι. 1991, εκδ. "ΝΕΑ ΘΕΣΙΣ" σελ. 62 κ.ε. γράφει:
«Ο εθνικισμός είναι μορφή της ενέργειας... Η ενέργειά μου με κάνει εθνικιστή...»
Το πολιτικό λοιπόν σύνθημα, που ανταποκρίνεται στην ανάγκην της εποχής είναι «ΑΓΑΠΗ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΘΝΟΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣ ΚΑΘΕ ΕΘΝΙΚΟ»!
Πρέπει οι Έλληνες να δείξουμε εμπράκτως την αγάπη μας προς την πατρίδα μας την Ελλάδα. Αλλά η αγάπη μας αυτή δεν θα πρέπει να μείνη στα λόγια η στα κρυφά ενδόμυχα αισθήματα. Αλλά να εκδηλωθή με έργα και με αγώνα.
Επειδή όμως σήμερα πολλοί είναι εκείνοι, που δηλώνουν πατριώτες αλλά όχι εθνικιστές, ερμηνεύοντας μάλιστα κάθε φορά κατά το δοκούν τους όρους θα χρειασθή να αναλύσουμε την σχέση μεταξύ πατριωτισμού και εθνικισμού. Έτσι θα καταλήξουμε σε πολύ ενδιαφέροντα συμπεράσματα:
«Πατρίς», λοιπόν, σύμφωνα με τα αρχαία κείμενα και λεξικά είναι «η γη των πατέρων». Μάλιστα στα αρχαία χρόνια που οι Κρήτες που είχαν μητριαρχία, ωμιλούσαν όχι περί της Πατρίδος, περί της γης δηλαδή των πατέρων, αλλά περί της Μητρίδος, περί της γης των μητέρων («Η δε πατρίς και μητρίς ως Κρήτες καλούσι, πρεσβύτερα και μείζονα δίκαια γονέων έχουσα, πολυχρόνιος μεν εστιν ου μην αγήρως ουδ’αυτάρκης, αλλ’ αεί πολυωρίας δεομένη και βοηθείας και φροντίδος επισπάται», Πλουτάρχου «ει πρεσβυτέρω πολιτευτέον»).
Η αγάπη, λοιπόν, προς την Πατρίδα και ο αγώνας υπέρ αυτής ονομάζεται Πατριωτισμός.
Ο Εθνικισμός όπως αναλύσαμε προηγουμένως, βασίζεται στο Έθνος. Ο δε πατριωτισμός στην Πατρίδα. Επομένως διαπιστώνουμε ότι ο Εθνικισμός υπάρχει στον πνευματικό χώρο, αλλά και στον βιολογικό, διότι προϋποθέτει την ύπαρξη φυλής. Επίσης ο Εθνικισμός είναι διαχρονικός, διότι στην έννοια του Έθνους περιλαμβάνονται οι άγεννητοι και οι νεκροί. Και για τις πράξεις μας «Κριτές θα μας δικάσουν οι αγέννητοι, οι νεκροί», όπως λέει ο Εθνικός μας ποιητής Κωστής Παλαμάς.
Το Έθνος λοιπόν, επεκτείνεται στο παρελθόν και στο μέλλον. Η πατρίδα από την άλλη έχει συναισθηματικό περιεχόμενο, διότι συνδέει τα άτομα ενός ομοεθνούς λαού προς έναν γεωγραφικό χώρο. Μπορεί να υπάρξη Έθνος χωρίς Πατρίδα (π.χ. διότι αυτή κατεκτήθη και το έθνος εξεδιώχθη).
Η έννοια του Έθνους επομένως είναι διαφορετική από την έννοια της πατρίδος και οπωσδήποτε πιο ευρεία. Βεβαίως, όλα τα έθνη αγωνίζονται να δημιουργήσουν Πατρίδα, η οποία να περιλαμβάνη όλους τους ομοεθνείς. Όλα τα έθνη μάχονται να απελευθερώσουν τα τμήματα της Πατρίδος τους που είναι υπόδουλα. Και μάλιστα, σήμερα δημιουργούνται τεχνικώ τω τρόπω από τους κοσμοεξουσιαστές και «έθνη», τα οποία με διαστρεβλωμένη και κατασκευασμένη ιστορία προσπαθούν να οικειοποιηθούν το παρελθόν και την ιστορία σπουδαίων και παναρχαίων λαών, τη βοηθεία πολλών αδρανούντων δηλωμένων εθνιστών, καλυπτομένων από το σύγχρονο επίθετο «πατριώτης», προβάλλοντας μάλιστα το σοφιστικό επιχείρημα ότι «δεν υπάρχουν περισσότερο η λιγότερο πατριώτες». Έχουμε ακούσει πλειστάκις στην τηλοψία εκπροσώπους της θολοκουλτούρας να θέτουν σε «δίλημμα» τους αμηχάνους και αντιθέτους προς αυτήν την άποψη παρευρισκομένους, με την ερώτηση: «Είσαι εσύ περισσότερο πατριώτης από εμένα;» Και αντί αυτοί να τους δώσουν την πρέπουσα απάντηση, συμβιβάζονται με την ισοβαθμία του πατριωτισμού όλων, προς χαράν της επηρμένης θολοκουλτούρας.
Επομένως, από την ανάλυση των ανωτέρω εννοιών προκύπτει ότι ο Εθνικισμός και ο Πατριωτισμός είναι δυό αλληλένδετες έννοιες. Επομένως, μπορούμε να συμπεράνουμε, ότι ο καλός εθνικιστής είναι και καλός πατριώτης και αντιστρόφως.
Η θολοκουλτούρα βεβαίως έχει επιδοθή σε έναν αγώνα διαστρεβλώσεως και αλλαγής της σημασίας των λέξεων «εθνικισμός» και «πατριωτισμός». Και για την μεν πρώτη έχει δώσει την διαστρεβλωμένη ερμηνεία ότι «Εθνικισμός είναι η σε μεγάλο βαθμό προσήλωση στο έθνος και στα εθνικά ιδανικά που συνοδεύεται, μερικές φορές, από ξενοφοβία και επιθυμία απομόνωσης...»
Αυτό το μερικές φορές τα αλλάζει όλα... Δηλαδή και όσους δεν συμπεριλαμβάνονται σε αυτές τις μερικές φορές, θα τους πάρη το ποτάμι της «σκοπίμου γενικότητος» του ορισμού, ο οποίος κάνει και όσους θέλουν να είναι εθνικιστές να φοβούνται να το δηλώσουν μήπως και τους ταυτίσουν με όσους υπάγονται στο «μερικές φορές». Μεσοβέζικα πράγματα, μεσοβέζικοι ορισμοί, που κάνουν όμως στο ακέραιο την δουλειά (δηλαδή την εκ δουλείας εργασία) της θολοκουλτούρας.
«Για να μην απορούν, όμως, για τους σωστούς ορισμούς («εθνικόφρονος και εθνικιστού») τους θυμίζω να διαβάσουν το έργο του όντως σπουδαίου αλλά και χαρακτηριζομένου από τους ιδίους «Πατέρα της Δημοκρατίας» Αλεξάνδρου Παπαναστασίου με τον τίτλο: «Εθνικισμός». Το έργο αυτό το έχουν εξαφανίσει από την αγορά, διότι τους ξεμπροστιάζει, τραβώντας την ψεύτικη λεοντή των υποτιθεμένων προοδευτικών αγωνιστών».
«Ημπορούμεν να ορίσωμεν τον Εθνικισμόν ως την προσπάθειαν ενός έθνους προς επιβολήν του εντός των ορίων του δι’ αποκρούσεως αλλοεθνούς επιβολής η δια συγχωνεύσεως εις εν όλον των χωρισμένων μερών του αυτού Έθνους. Εις την πρώτην περίπτωσιν η εθνικιστική ιδέα εκδηλώνεται εις την καταπολέμησιν της ξενικής επιδράσεως, εις δε την δευτέραν εις την κατάπνιξιν των τοπικιστικών τμημάτων του αυτού Έθνους. Και εις τας δύο περιπτώσεις το ουσιώδες είναι η προσπάθεια προς κυριαρχίαν της υποστάσεως ολοκλήρου του Έθνους».
Ο Παπαναστασίου τα έγραφε αυτά όχι οι σημερινοί εθνικιστές. Την θολοκουλτούρα, ο σπουδαίος Έλλην, την είχε καταλάβει από τότε. Και δεν είχε επισημάνει μόνο την αλλαγή των ορισμών αλλά και τις ριζο – σπαστικές μεθόδους καταστροφής του έθνους:
Ο Παπαναστασίου ήταν αυτός που είχε επισημάνει τον καθοριστικό ρόλο της γλώσσας στην διατήρηση της Εθνικής ταυτότητας, γράφοντας: «Όταν η εισβολή ξένων (γλωσσικών) στοιχείων είναι τόσον μεγάλη, ώστε κατ’ ουσίαν αποτελεί τάσιν παραγκωνίσεως της γλώσσης του σχετικού Έθνους από ξένην, όπως η αθρόα εισβολή λατινικών στοιχείων εις την ελληνικήν γλώσσαν κατά τους πρώτους αιώνας της βυζαντινής αυτοκρατορίας, σημαίνει ότι εκ παραλλήλου γίνεται προσέγγισις εθνική που τείνει να μεταβάλη τον χαρακτήρα του σχετικού Έθνους, να το αφομοιώση με άλλο». Σήμερα θα ήταν απολύτως βέβαιος για την ορθότητα του ισχυρισμού του.
Ο Παπαναστασίου ήταν αυτός που είχε γράψει ότι «Όσον μεγαλύτερος και λαμπρότερος είναι ένας πολιτισμός τόσον ισχυρότερον είναι το σχετικόν εθνικόν αίσθημα και κατά συνέπειαν ο εθνικισμός».
Τέλος, ο Παπαναστασίου ήταν αυτός που πιστεύει ότι ο αμυντικός εθνικισμός «θέλει την σύμπτωσιν κρατικών και εθνικών ορίων», σε αντίθεση με τον ιμπεριαλισμό, ο οποίος «επιδιώκει την επέκτασιν των κρατικών ορίων πέραν από τα εθνικά».
Και σαν ένας προφήτης του Ελληνισμού για το θέμα της Μακεδονίας μας και την επεκτατική πολιτική των Σκοπίων γράφει: «Όσον ολιγώτερον στηρίζονται οι αξιώσεις ενός έθνους εις την ύπαρξιν ομοεθνούς πληθυσμού και κατά δεύτερον λόγον εις ιστορικά δικαιώματα, τόσον περισσσότερον λαμβάνουν την μορφήν του ιμπεριαλισμού.»
Γι’ αυτόν τον λόγο και ο μεγάλος Έλλην, ο πολίτης Παναγιώτης Παπαγαρυφάλλου, στην μελέτη του για τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου επισημαίνει: «Προσκολλημένη η Ελλάδα – ως «ψωροκώσταινα» στα στενά χωρικά όρια, τα οποία απέκτησε με πολέμους και αίμα – δεν τόλμησε να συμπεριφερθή με την ιστορική αναγκαιότητα των εθνών, τα οποία, κατά τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου «έχουν την τάσιν εξαπλώσεως της επιβολής των ...»
Το βλέμμα μας λοιπόν πρέπει να στραφή στην νεολαία, η οποία όποτε της δοθή ευκαιρία και η ελευθερία εκφράζει τον εθνικισμό της, στις επευφημίες για κάθε νίκη της Εθνικής (και όχι λαϊκής) ομάδος της Ελλάδος, και μάλιστα σε κάθε άθλημα. Η Ελληνική νεολαία με τον πατριωτισμό και τον εθνικισμό της θα αναπετάξη την σημαία του αγώνος για την Ελλάδα.
Και για τον σκοπό αυτόν ας έχουμε κατά νουν όσα γράφει ο Νίκος Καζαντζάκης στην «Ασκητική» του
...«Το πρώτο σου χρέος εκτελώντας την θητεία σου στην ΡΑΤΣΑ, είναι να νιώσης μέσα σου όλους τους προγόνους.
Το δεύτερο, να φωτίσης την ορμή τους και να συνεχίσης το έργο τους.
Το τρίτο σου χρέος, να παραδώσης στον γυιό την μεγάλη εντολή να σε ξεπεράση»...
Αυτό θα κάνουμε και όλοι εμείς οι «όσοι ζωντανοί», κατά τον Ίωνα Δραγούμη Έλληνες. Για να παραδώσουμε στα παιδιά μας μία πατρίδα με όλα τα στοιχεία του ελληνικού έθνους: Ελληνική Γλώσσα, Ελληνική Ιστορία, Ελληνική Παράδοση, Ελληνικό πολιτισμό και Ελληνική ανθρωπιστική Παιδεία... Αντίθετα προς κάθε επιβουλή της ριζο-σπαστικής θολοκουλτούρας.
Του Αντωνίου Α. Αντωνάκου Καθηγητού Φιλολόγου - Ιστορικού Συγγραφέως
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Όχι στα Greeklish! Γράφουμε ΜΟΝΟ ΕΛΛΗΝΙΚΑ!